Σου δένω τα χέρια μεταξύ τους απαλά, περνάω ένα μαντήλι στα μάτια σου και σε αρπάζω βίαια από τα μαλλιά. Σε κολλάω πάνω μου και σου ψιθυρίζω:
- Απόψε θα μάθουν όλοι τι σόι πουτανάκι είσαι... Σε βγάζω στο μπαλκόνι γυμνή. Τα φώτα σβηστά, και σε δένω στα κάγκελα χαμηλά από τα χέρια. Οι τρύπες σου στημένες και εκτεθειμένες στις ορέξει μου. Απομακρύνομαι. Ακούς μια καρέκλα να τρίζει. Αναρωτιέσαι τι σε περιμένει κι όμως... τίποτα. Σιωπή!
- Θα σε πείραζε να πιω ένα ποτό; Βάζω πάγο στο ποτήρι μου, και γεμίζω με ουίσκι. Σε παρακολουθώ στημένη και χαμένη. Τα μουνοχειλάκια σου λάμπουν στο μισοσκόταδο από τα υγρά σου. Σηκώνομαι. Με ακούς να πλησιάζω. Αναρωτιέσαι τι σε περιμένει. Φιλάω τα μπουτάκια σου, ύστερα γλείφω τα μουνοχειλάκια σου, και σου κολλάω το παγάκι κατα μήκος του μουνιού σου. Δεν το περίμενες και σου ξεφεύγει ένα βογκητό. Δαγκώνεσαι. Σε νιώθω. Τρίβω το παγάκι στο ζεστό μουνάκι σου με τη γλώσσα. Το ρουφάω, κ ξανά περιμετρικά στα μουνοχειλάκια σου. Στάζεις. Σηκώνομαι, απομακρύνομαι λίγο και ύστερα πάλι πίσω... Νιώθει κάτι, υγρό, παγωμένο πάνω στις τρύπες σου. Να τρέχει απο την κωλοτρυπίδα σου, στο μουνάκι σου, και σε συνδιασμό με τα δικά σου υγρά, να τρέχει από τα μπουτάκια σου στο πάτωμα... Σκύβω και αρχίζω το πιο παθιάρικο γλύψιμο... Άλλοτε αργά, άλλοτε γρήγορα... Άλλοτε χώνω τη γλώσσα μου μέσα σου κ άλλοτε να σε δαγκώνω... Είμαι σίγουρος ότι έχεις κοκκινίσει από καύλα. Σε ξέρω άλλωστε πολύ καλά. Κι όμως δε βγάζεις ούτε κιχ. Μου τη δίνει λίγο αυτό, που αντέχειε στα βασανιστήριά μου, και το ξέρεις. Όχι μόνο το ξέρεις, σε καυλώνει κιόλας που αντέχεις και νιώθεις ότι μου τη δίνει.
- Τσούλα, ψιθυρίζω, καθώς νιώθω το χαμογελό σου της ικανοποίησης. Χαστουκίζω όμως το κωλομέρι σου δυνατά, κάτι που δεν περίμενες, και ένα δυνατό "αχ" καύλας σκίζει τη σιωπή της νύχτας. Τώρα το χαμόγελο της ικανοποίησης είναι στα δικά μου χείλη, όπου έχοντας επιστρέψει στην καρέκλα μου, απολαμβάνω το ουίσκι μου και την όμορφη θέα σου!