Ο ήχος των τακουνιών της στο πεζοδρόμιο ήταν βαθιά χαραγμένος στη μνήμη μου. Η γειτονιά έλεγε πολλά για τη δουλειά της, αλλά αυτή δε νοιαζόταν. Και στο τέλος τέλος είχε τους μισούς άντρες πελάτες. Αυτή ήταν η κυρία Νίκη, μελαχρινή με αρκετά παραπανίσια κιλά, αλλά ο τύπος της γυναίκας που της έδινα γοητεία και καύλα. Πολλά χρόνια πέρασαν, μεγάλωσα κι έφυγα από την Αθήνα. Σπούδασα στη Θεσσαλονίκη κι έμεινα εκεί. Την αγάπησα τη Θεσσαλονίκη και δε θέλησα να φύγω. Γνώρισα την Ελένη μια πολύ όμορφη και γλυκιά κοπέλα και από την αρχή το πράγμα έδειξε να προχωράει. Ώσπου λίγους μήνες μετά, είπα να γνωρίσω τη μητέρα της, πατέρα δεν είχε όπως μου είπε. Δώσαμε ραντεβού σε μια ταβέρνα στα Λαδάδικα όπου τις περίμενα. Κάποιες στιγμές ο κόσμος είναι πολύ μικρός, η Ελένη ήταν η κόρη της κυρίας Νίκης. Όταν τις είδα μου ξέφυγε ένα κυρία Νίκη εσείς; Τα χρόνια είχαν περάσει αλλά αυτή παρέμενε σέξι. Η Ελένη τότε απόρησε πως γνωριζόμασταν και από τη συνέχεια της κουβέντας, χαζή δεν ήταν όσο κι αν πήγαμε να το κρύψουμε κατάλαβε. -Μαμα ήσουν πουτάνα, δεν τι πιστεύω! Κι εσύ Γιάννη τη γαμούσες ε;
-Ελενη ήμουν πολύ μικρός τότε
-Τον έπαιζες όμως, και τώρα πώς θα ανοίξουμε σπίτι. Θα θες να γαμησεις τη μάνα μου. Και ξαφνικά μια ιδέα της ήρθε στο μυαλό. -Μαμα, θα τον γαμησεις εσύ. Να ξενερώσει.
Στο τραπέζι έγινε το έλα να δεις, αλλά η Ελένη ήταν ανένδοτη. Φύγαμε κακην κακώς από κει και η Ελένη επέμενε. Την άλλη μέρα ήρθε απ'το γραφείο με ένα στραπον και μου λέει, η μαμά θα το κάνει, στις 5 να σαι σπίτι. Συνεχίζεται...