Στέκομαι γυμνή μπροστά στον καθρέφτη. Τα πόδια ελαφρώς ανοιχτά. Με έχεις προστάξει να παραμείνω ακίνητη ό,τι κι αν συμβεί …διαφορετικά θα φεύγεις από κοντά μου, ένα λεπτό για κάθε φορά που τόλμησα να παρακούσω. Κι ύστερα θα ξεκινάς πάλι από την αρχή… Βρίσκομαι στο πέμπτο ατόπημα και περιμένω να ολοκληρωθεί η πεντάλεπτη απουσία σου. Προσπαθώ να συγκεντρωθώ και να ελέγξω το ανυπότακτο σώμα μου που έχει αυτό το κακό συνήθειο να ανταποκρίνεται στο άγγιγμά σου.
Ακούω τα βήματά σου και περιμένω το μαρτύριο να αρχίσει πάλι. Ένα κομμάτι της διαδρομής το ξέρω ήδη, το άλλο το άγνωστο είναι που με φοβίζει περισσότερο. Για έκτη φορά έρχεσαι από πίσω μου και με αγκαλιάζεις. Το κεφάλι μου αυτόματα κάνει να γύρει προς το μέρος σου. Συγκρατούμαι. Σκύβεις στο λαιμό μου και μυρίζεις το άρωμά μου. Τα χέρια σου χαϊδεύουν την κοιλιά μου. Η ανάσα σου με κάνει και ανατριχιάζω. Δεν στο δείχνω. Γεύεσαι τη σάρκα που λίγο πριν εξερευνούσες με την όσφρηση ενώ τα χέρια σου ταξιδεύουν προς το στήθος μου. Δεν ξέρω τι με ταλαιπωρεί περισσότερο, τα καυτά φιλιά ή το παιγνίδι με τις ρόγες μου. Πνίγω τα βογγητά μου και προσπαθώ να εστιαστώ στην ανάσα μου. Τα ακροδάχτυλά σου διαγράφουν τώρα το περίγραμμα του προσώπου μου ενώ παράλληλα τρίβεσαι ελαφρώς πάνω μου. Παραμένω ευθυτενής και δεν ακολουθώ τον ρυθμό σου. Την ώρα που τα δάχτυλά σου διασχίζουν τα χείλη μου θυμάμαι να μην παρασυρθώ και τα φιλήσω ή τα δαγκώσω ελαφρά ή τα πάρω μες στο στόμα μου. Σειρά έχει η πλάτη μου. Η γλώσσα σου διαγράφει μονοπάτια στριφογυριστά πάνω της που όλα καταλήγουν στη βάση των γλουτών μου, ένα ακόμα επικίνδυνο σημείο. Αντιστέκομαι και πάλι. Σηκώνεσαι ικανοποιημένος και έρχεσαι μπροστά μου. Αλείφεις τα χέρια σου με λάδι και το απλώνεις πάνω μου. Απαλές μαλάξεις στις ωμοπλάτες μου υποτίθεται αφαιρούν λίγη από την ένταση που έχει συσσωρευτεί στο κορμί μου. Υποτίθεται… γιατί με όποιο τρόπο κι αν με αγγίζεις ζητώ απεγνωσμένα να αντικατοπτρίσω την ηδονή που μου προσφέρεις. Παραμένω ανέκφραστη. Μαζεύω όλο μου το κουράγιο γιατί ξέρω τι ακολουθεί. Γονατίζεις και αρχίζεις να με γεύεσαι. Βασανίζεις την κλειτορίδα μου αργά και μεθοδικά. Κοιτάζω τα είδωλά μας στον καθρέφτη και προσπαθώ να βγω από το σώμα μου. Φαντάζομαι ότι παρακολουθώ τη σκηνή κρυφά πίσω από ένα παράθυρο και ότι όλο αυτό συμβαίνει σε κάποια άλλη. Ο ρυθμός σου αυξάνεται ελαφρά και κάπου εδώ ξεκινάει το άγνωστο κομμάτι της διαδρομής. Δεν ξέρω πλέον τι θα ακολουθήσει κι αυτό με θορυβεί λιγάκι. Καρφώνω το βλέμμα μου στο κενό. Νιώθω ένα δάχτυλο να μπαίνει μέσα μου ενώ η γλώσσα σου εξακολουθεί το υγρό της μαρτύριο. Θέλω να κυρτώσω τη μέση μου, θέλω να αναστενάξω βαθιά, θέλω να σε αρπάξω από τα μαλλιά, θέλω να σφίξω τα χέρια σου μέσα στα δικά μου, θέλω να φωνάξω πόσο πολύ μ’ αρέσει. Αντ’αυτού… ακινησία και σιωπή. Δεύτερο δάχτυλο έρχεται να προκαλέσει ακόμα περισσότερο τα αντανακλαστικά μου. Εγώ άγαλμα. Χωρίς να σταματάς αυτό που κάνεις σηκώνεις το βλέμμα προς τα μένα και βλέπω τα μάτια σου να λαμπυρίζουν… και νιώθω ένα δάχτυλο να εισχωρεί χωρίς δυσκολία από πίσω μου, τόσο υγρή που με έχεις κάνει. Και το σώμα μου αυτόματα λύνεται και η καύλα μου εκφράζεται. Ατόπημα έκτο… Για έξι ολόκληρα λεπτά θα στέκομαι γυμνή μπροστά στον καθρέφτη και θα σε περιμένω… να ξεκινήσεις πάλι από την αρχή…