logo

Το ταγκό

25/12/2017 21:44

Δέκα πέντε χρόνια πριν, κέντρο της Αθήνας. Ο ουρανός ήταν ακόμη σκοτεινός, τίποτα δεν προμήνυε πως η νύχτα αργοπεθαίνει και το σκοτάδι θα τραπεί για άλλη μια φορά σε άτακτη φυγή. Το αλκοόλ, η μουσική, ο χορός είχαν ξεδιψάσει την λαχτάρα μας για ζωή, εξορίζοντας μακριά ανησυχίες, άγχη, συστολές και αναστολές. Απομακρυνθήκαμε από το τελευταίο μπαράκι και ξεκινήσαμε μια περιπλάνηση στα φιλόξενα σοκάκια της πόλης. Ο χριστουγεννιάτικος στολισμός αφαιρούσε την ασχήμια του τσιμέντου. Προσέδιδε θαλπωρή εκεί που πριν ήταν όλα απρόσωπα και ψυχρά, χαρακτήρα εκεί που πριν ήταν όλα αδιάφορα, μαγεία και λάμψη εκεί που πριν ήταν όλα μάταια. Τα χιλιάδες λαμπάκια που άλλοτε ήταν πρόχειρα αφημένα και σε άλλες περιπτώσεις με περισσή φροντίδα τοποθετημένα φάνταζαν σαν χίλιες μικρές ελπίδες που έφεραν την υπόσχεση της ευτυχίας. Βρεθήκαμε σε έναν πολυσύχναστο κατά τη διάρκεια της μέρας πεζόδρομο, απρόσμενα ερημωμένο εκείνη τη στιγμή, που περιστοιχιζόταν από διάφορα μικρά μπαράκια, μικρές γωνιές που στεγάζουν τα πάθη των ανθρώπων. Τα περισσότερα είχαν ήδη κλείσει. Ένα από αυτά όμως αντιστεκόταν στον ερχομό του αναπόφευκτου και κρατιόταν ακόμη ζωντανό. Η μουσική ταξίδεψε στα αυτιά μας, μαλακωμένη και πιο ευαίσθητη. Έπιασες τα χέρια μου και με τράβηξες κοντά σου.

-Και τώρα θα σου μάθω να χορεύεις ταγκό, δήλωσες περιχαρής.

-Μες στη μέση του δρόμου? διαμαρτυρήθηκα έντρομη.

-Γιατί όχι, με αποστόμωσες και δεν άφησες χώρο για περαιτέρω διαπραγματεύσεις.

Ηγήθηκες του κορμιού μου και με απαλή φωνή οδηγούσες τα βήματά μου, Πρόσταζες τα άκρα μου να ακολουθήσουν τον ρυθμό σου, πότε ευγενικός και μειλίχιος και πότε γεμάτος ένταση και κοφτερός. Ένιωθα λες και πρωταγωνιστώ σε μια ονειροπόληση. Εκείνη τη στιγμή στα μάτια μου ήσουν απόλυτα άντρας κι εγώ απόλυτα γυναίκα. Ξεχείλιζες αυτοπεποίθηση και με παρέσυρες σε έναν στροβιλισμό αντισυμβατικότητας. Κάθε καινούργια φιγούρα κι ένα ξεχασμένο "πρέπει". Τα όρια και οι κανόνες δεν είχαν θέση στη χορογραφία σου, σκοπός της οποίας ήταν να ξεμείνουμε από απαγορεύσεις. Λύγισες τη μέση μου προς τα πίσω, έσκυψες πάνω από τη λιγωμένη σιλουέτα μου και μου χάρισες ένα παθιασμένο φιλί. Με άρπαξες από το χέρι και βρήκαμε καταφύγιο σε μια μικρή στοά. Με κόλλησες στο δικτυωτό κιγκλίδωμα ενός καταστήματος, πού να 'ξερε κι αυτό το άψυχο τι μνήμες θα φορτωνόταν. Με την άκρη της γλώσσας σου εξερεύνησες τα χείλη μου ενώ παράλληλα η λεκάνη σου πίεζε τη δική μου, μαρτυρώντας πόσο πολύ με ήθελες. Ένιωθα τον πόθο σου να με διεκδικεί και εγώ πλημμύριζα από επιθυμία. Δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω πως κατάφερες, χωρίς να απομακρυνθείς από κοντά μου, να ξεκουμπώσεις το παλτό μου, να κατεβάσεις το καλσόν μου μέχρι τα γόνατα και να παραμερίσεις το εσώρουχό μου. Τα δάχτυλά σου αναζητούσαν πειστήρια ότι ήμουν έτοιμη για σένα. Το βλέμμα σου έγινε πιο βαθύ.

-Είσαι τόσο υγρή..., ψέλλισες.

Χαμήλωσες, άνοιξες λίγο περισσότερο τα πόδια μου και με μια επιδέξια κίνηση έσκισες το εσώρουχό μου. Τίποτα δεν σε εμπόδιζε τώρα να γευτείς ανενόχλητος τα υγρά μου, που ανάβλυζαν όλο και πιο ορμητικά, Παραμέρισες απαλά τα έξω χείλη και άρχισες να χορεύεις τώρα με τη γλώσσα σου πάνω στην ευαίσθητη σάρκα που ήταν έτοιμη να εκραγεί. Εγώ κρατιόμουν από τα σιδερένια κάγκελα λες και χρειαζόμουν ένα στήριγμα για να αντέξω τόση ηδονή. Όταν με έκανες να χάσω τον έλεγχο, εμφανώς ικανοποιημένος σηκώθηκες και πάλι και με γύρισες προς το κιγκλίδωμα. Κόλλησες από πίσω μου και βυθίστηκες μέσα μου. Για λίγες στιγμές κοντοστάθηκες ακίνητος κι ένιωσα να συσπάσαι στο εσωτερικό μου. Αυτό μεγάλωσε την ανάγκη μου, προφανώς και τη δική σου γιατί ξεκίνησες να μπαινοβγαίνεις μέσα μου με αργές κινήσεις, έβγαινες όλος και ξανάμπαινες μετά, σαν να ήθελες να δηλώσεις: "Είσαι δικιά μου και θα σε λεηλατώ όποτε και όπως θέλω, εγώ και μόνο". Προσπαθούσα να πνίξω τους αναστεναγμούς μου, αλλά όταν ο ρυθμός σου έγινε ταχύτερος και δυνατότερος, δεν μπόρεσα να κρατηθώ.. Με το ένα σου χέρι έκλεισες το στόμα μου και με το άλλο βασάνιζες τις ρόγες μου. Πνιχτά βογγητά, αναψοκοκκινισμένα πρόσωπα, λάγνα βλέμματα και παραδομένα σώματα άφησαν το αποτύπωμά τους πάνω σε εκείνο το κιγκλίδωμα. Όταν ένιωσες πως είμαι στα πρόθυρα του οργασμού αφέθηκες και εσύ και τέλειωσες μαζί μου. Ήθελα να ουρλιάξω τόσο δυνατά που δάγκωσα το χέρι σου. Εσύ προστάτεψες τις κραυγές μου κι ας σε πονούσα. Όταν ήμασταν πλέον ασφαλείς, απομάκρυνες το χέρι σου και με χάιδεψες στα μαλλιά. Γύρισα το κεφάλι μου στο πλάι να μπορώ να σε βλέπω. Φίλησα το χέρι σου προσπαθώντας να σβήσω τα σημάδια της ορμής μου. Στεκόμασταν ξέπνοοι στην ίδια στάση, αρνούμενοι να αποχωριστούμε ο ένας τον άλλον. Με αγκάλιασες τρυφερά και μου ψιθύρισες "Έτσι χορεύουνε ταγκό".

User articles
Τα δυο κομμάτια του παζλ
Πάλι από την αρχή...
Μια διαφορετική εκδίκηση
Συλλέκτης
Comments (2)