Το ουρλιαχτό του ανέμου με έβγαλε βίαια από την ονειρική γαλήνη του ύπνου. Άνοιξα τα μάτια μου και μες στο μισοσκόταδο πάλευα να διακρίνω το περίγραμμα του δωματίου. Δεν ήμουν σίγουρη αν ήταν πρωί ή απόγευμα, τα ερμητικά κλειστά παραθυρόφυλλα κρατούσαν μυστικό τον χρόνο. Προσπάθησα να μαντέψω αναζητώντας σημάδια ξεκούρασης ή κόπωσης στο κορμί μου. Εκείνο όμως παρέμενε ξεχασμένο στην προηγούμενη νύχτα. Τον ένιωθα ακόμα μέσα μου, να με συμπληρώνει και να με ολοκληρώνει. Με τα ακροδάχτυλά μου, απαλά, άρχισα να ακολουθώ τις διαδρομές που είχε χαράξει με τα χέρια και τα χείλη του. Πρώτα ψηλάφισε τις γωνίες του προσώπου μου, ακινητοποιώντας με με το βαθύ του βλέμμα. Ύστερα κατηφόρισε προς τις καμπύλες μου. Δεν άφησε σημείο ανεξερεύνητο, Προκάλεσε ρίγη σε σημεία του κορμιού μου που δεν πίστευα ποτέ πως μπορούν να διεγερθούν. Κρυφά μονοπάτια που ακόμη κι εγώ αγνοούσα, που πρώτος εκείνος χαρτογράφησε. Απέναντι από το κρεβάτι ο τοίχος ήταν επενδυμένος με έναν τεράστιο καθρέφτη. Κοιτούσα τα είδωλά μας σαν υπνωτισμένη, καθώς μπλέκονταν το ένα μέσα στο άλλο. Γενικά αποφεύγω τους καθρέφτες, νομίζω πως μέσα εκεί αντικατοπτρίζονται όλες οι ανασφάλειές μου. σρκεί που τις νιώθω, δεν θέλω να τις βλέπω κιόλας, Τώρα όμως η εικόνα των κορμιών μας με μάγευε, δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από πάνω μας. Όχι δεν είχαμε τα τέλεια σώματα, κανονικοί άνθρωποι ήμασταν με τα ψεγάδια μας, Λένε πως το όλον είναι περισσότερο από το άθροισμα των επιμέρους στοιχείων του. Εμείς οι δυο μαζί λοιπόν ήμασταν μια ολότητα που άγγιζε το τέλειο. Ο τρόπος που με κυρίευες, οι συσπάσεις και οι δονήσεις που τόσο γλαφυρά σκιαγραφούσαν την ένταση της ηδονής που προσφέραμε ο ένας στον άλλον, η ανάγκη μας που αγωνιούσε να κορεστεί αλλά αντιθέτως γιγαντωνόταν ήταν εικόνες που με μαγνήτιζαν, με καθήλωναν, με αιχμαλώτιζαν.Οι βαθιές ανάσες, τα ξέπνοα βογγητά, οι κραυγές τις ώρες της κορύφωσης αποτελούσαν την ιδανική μουσική επένδυση του σεναρίου που έβλεπα να εκτυλίσσεται μπροστά μου. Το κορμί μου άρχισε να πονάει από την έλλειψή του, ήμουν και πάλι διψασμένη για τον έρωτά του. Έκλεισα τα μάτια με την ελπίδα πως θα ρθει ένα δεύτερο κύμα ύπνου να με λυτρώσει. Ο άνεμος μου έκανε το χατήρι και απέσυρε διακριτικά τα ουρλιαχτά του. Το μισοσκόταδο απάλυνε τις αναμνήσεις που με στοίχειωναν και βυθίστηκα σε εκρηκτικά όνειρα που τον έφεραν και πάλι κοντά μου.