Μετά από πολλές άγρυπνες νύχτες είχε επιτέλους βυθιστεί σε έναν βαθύ ύπνο. Ούτε τα όνειρα δεν τόλμησαν να την ενοχλήσουν εκείνο το βράδυ. Και οι ήχοι της πόλης, σαν σε σιωπηρή συμφωνία, κατεύνασαν την έντασή τους και αποσύρθηκαν. Κειτόταν στο κρεβάτι σαν ναρκωμένη. Ο λήθαργός της δεν ταράχθηκε ούτε όταν εκείνος σηκώθηκε από δίπλα της κι η θέση του απέμεινε αδειανή. Το νερό που κελάρυζε στο μπάνιο για να ξεπλύνει τα ίχνη της νύχτας, τα ντουλάπια που ανοιγόκλειναν νωχελικά στην κουζίνα μέχρι να παρθεί η απόφαση του πρωινού, ο συναγερμός που απενεργοποιήθηκε, τα κλειδιά που έτριξαν στην πόρτα καθώς άνοιγαν την πύλη προς τον έξω κόσμο, όλα αυτά την προσπέρασαν διακριτικά, μη και την ξυπνήσουν. Όταν τα μάτια της αντίκρισαν το νέο φως της μέρας, εκείνος είχε φύγει προ πολλού. Έντρομη κοίταξε την ώρα και πετάχτηκε από το κρεβάτι. Είχε αργήσει για την δουλειά! Κι εκεί που σκέψεις πανικού και απολογητικά σενάρια κατέκλυσαν το μυαλό της, ξάφνου ένας αναστεναγμός ανακούφισης φύσηξε και καθάρισε την ατμόσφαιρα. Σήμερα είχε ρεπό. Ήταν τα γενέθλιά της και είχε αποφασίσει να αφιερώσει τη μέρα στον εαυτό της. Οι έντονες διαμαρτυρίες από το άδειο της στομάχι την οδήγησαν στην κουζίνα. Προς μεγάλη της έκπληξη πάνω στο τραπέζι της κουζίνας την περίμενε έτοιμο πρωινό. Υπήρχε και κάτι άλλο όμως που προοριζόταν για εκείνη, ένα μικρό σημείωμα, στερεωμένο κάτω από το πιάτο. «Στις 15:00 να είσαι στην παρακάτω διεύθυνση» και ακολούθησαν το όνομα της οδού και ο αριθμός. Το σημείωμα δεν περιείχε τίποτα άλλο, ούτε ευχές ούτε κάποια γλυκιά προσφώνηση. Πήρε το κινητό στα χέρια της για να τον καλέσει, τελευταία στιγμή όμως το μετάνιωσε. Ίσως να είναι κάποιο εστιατόριο, σκέφτηκε, και να έχει κανονίσει γεύμα-έκπληξη. Αν και δεν μπορούσε να φανταστεί πώς θα κατάφερνε να το απολαύσει μιας και ακόμη δεν είχε ολοκληρώσει το πρωινό της κι ο ήλιος ήδη μεσουρανούσε. Μπήκε στον πειρασμό να αναζητήσει τη διεύθυνση στο διαδίκτυο, αποφάσισε όμως να φανεί εγκρατής και να παραδοθεί στο μυστήριο.
Στις 15:00 ακριβώς στεκόταν απέξω. Είχε μαντέψει λάθος. Η διεύθυνση αντιστοιχούσε σε ένα κέντρο ευεξίας. Μπήκε με διστακτικά βήματα και σχεδόν απολογητικά είπε το όνομά της στην κοπέλα στη ρεσεψιόν. Η κοπέλα της χαμογέλασε και της είπε «Α ναι! Ακολουθήστε με παρακαλώ». Την περίμενε ένα ολοκληρωμένο πακέτο αναζωογόνησης και ομορφιάς με θεραπείες προσώπου, σώματος και άκρων, με επιστέγασμα μια συνεδρία μασάζ διάρκειας μιάμισης ώρας. Το δωμάτιο ήταν διακριτικά φωτισμένο με λίγα αρωματικά κεριά. Αφαίρεσε το μπουρνούζι που της είχαν παραχωρήσει και το κρέμασε σε έναν από τους επιτοίχιους γάντζους. Ανέδυε ένα ιδιαίτερο άρωμα, μείξη όλων των αιθέριων ελαίων και προϊόντων περιποίησης που είχαν διεισδύσει στους πόρους του δέρματός της. Ήταν δυνατό αλλά χωρίς να ζαλίζει ή να προκαλεί δυσφορία, αντιθέτως ανέδιδε μια γλυκύτητα και χαλάρωνε τις αισθήσεις ακόμη περισσότερο. Έσκισε το νάιλον περιτύλιγμα της πετσέτας που βρήκε στην άκρη του κρεβατιού, ξάπλωσε μπρούμυτα και κάλυψε την περιοχή των γλουτών της, αφήνοντας το υπόλοιπο κορμί της εκτεθειμένο. Έκλεισε τα μάτια και περίμενε. Ένα υπέροχο μασάζ ήταν ακριβώς ό,τι χρειαζόταν για να αποφορτιστούν οι μύες της από την κόπωση και τις αγωνίες της καθημερινότητας. Λίγες στιγμές αργότερα το πόμολο έτριξε και η πόρτα άνοιξε. Βήματα αντήχησαν στη μικρή αίθουσα και μια γυναικεία φωνή ανακοίνωσε: «Είμαστε έτοιμοι να ξεκινήσουμε». Ωραία ας ξεκινήσουμε, μουρμούρισε από μέσα της προσπαθώντας να καταπνίξει ένα χαμόγελο μεγάλης προσμονής. Ένα ζευγάρι μικρά απαλά χέρια βρέθηκαν στη βάση του αυχένα της και άλειψαν με λάδι την πλάτη και τους ώμους της. Κι ένα ζευγάρι μεγαλύτερα, πιο στιβαρά χέρια έκανε το ίδιο στα πέλματα και τα πόδια της. Τινάχτηκε από την έκπληξη λες και την χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα. Οι δυο μασέρ αγνόησαν την αντανακλαστική της αντίδραση και με έμπειρες μαλάξεις άρχισαν να απομακρύνουν το αρχικό σοκ και να χαλαρώνουν το σώμα της. Δεν είχε κάνει ποτέ ξανά πριν μασάζ με 4 χέρια, φοβόταν πως θα ήταν πολύ έντονο και πως μπορεί να ξυπνούσε κοιμισμένες φαντασιώσεις. Και να που τώρα ήταν εδώ, παγιδευμένη σε ένα δωμάτιο, με τέσσερα χέρια να ταξιδεύουν πάνω της. Το άγγιγμά τους απέπνεε επαγγελματισμό, έτσι κι αυτή αισθάνθηκε ασφαλής και αφέθηκε να το απολαύσει. Καθώς κόμποι έσπαγαν και μπλοκαρισμένα σημεία απελευθερώνονταν τα άρχισε να νιώθει πιο ελαφριά, σχεδόν να αιωρείται. Το μυαλό είχε αδειάσει επίσης και οι αισθήσεις ήταν ιδιαίτερα οξυμένες. Η γυναίκα δούλευε τις περιοχές του κορμού και των χεριών κατεβαίνοντας προς τα κάτω και ο άνδρας τις περιοχές των ποδιών ανεβαίνοντας προς τα πάνω. Όταν η γυναίκα έφτασε στη βάση της μέσης, ο άνδρας είχε φτάσει στους πρόποδες των γλουτών. Παρόλο που δεν έβλεπε τον εαυτό της, ήξερε πως είχε αναψοκοκκινίσει, Η υποψία και μόνο πως μπορεί να συνέβαινε κάτι ανάρμοστο την αναστάτωνε. Σε καμιά περίπτωση δεν το επιθυμούσε και αναλογιζόταν πως θα αντιδρούσε σε μια τέτοια περίπτωση. Θα φώναζε? Θα σηκωνόταν να φύγει? Ή μήπως θα αφηνόταν στα γλυκά παράτυπα χάδια τους? Σοκαρίστηκε όταν συνειδητοποίησε πως μια πλευρά του εαυτού της παρακαλούσε τα αγγίγματα να παρεκκλίνουν της πορείας τους και να εισέλθουν σε απαγορευμένες περιοχές. Ειδικά όταν τα χέρια της κοπέλας εισχώρησαν ελαφρώς κάτω από την πετσέτα για να ασχοληθεί και με το νοτιότερο σημείο του κορμού της και παράλληλα ο άνδρας μάλαζε τους γλουτούς και τους γοφούς της, πάνω από την πετσέτα όμως, εκείνη σχεδόν περίμενε με ανυπομονησία πότε τα δάχτυλα θα γλιστρήσουν μέσα στις σχισμές της. Καμιά παράβαση δεν έγινε όμως και λίγο μετά της ζήτησαν να γυρίσει ανάσκελα. Της πρόσφεραν και μια δεύτερη πετσέτα για να καλύψει το στήθος της και με την πρώτη κάλυψε όχι μόνο την περιοχή της λεκάνης της αλλά και τις ανάρμοστες λαχτάρες της. Στην ύπτια θέση ήταν ακόμη πιο βασανιστικά τα πράγματα. Αυτή τη φορά ο άνδρας ανέλαβε το πάνω μέρος και η γυναίκα το κάτω. Προσπαθούσε να μην κάνει μορφασμούς που να μαρτυρούν την αμηχανία αλλά και την τόση διέγερση που την διείπε. Το εσώρουχό της ήταν πλέον καταμουσκεμένο. Κάθε φορά που τα χέρια τους πλησίαζαν σε ευαίσθητες περιοχές, κρατούσε την αναπνοή της. Ήθελε να αρπάξει η ίδια τα χέρια τους και να τα οδηγήσει στις πηγές της θηλυκότητάς της. Δεν το τόλμησε βέβαια. Σιγά σιγά το μασάζ έφτασε στο τέλος του. Ο άνδρας και η γυναίκα την ευχαρίστησαν και την άφησαν αποκαμωμένη και διψασμένη για ερωτικά παιχνίδια. Με δυσκολία σηκώθηκε από το κρεβάτι και ενώ πήγε να φορέσει ξανά το μπουρνούζι της , εκείνο έλειπε. Στο πάτωμα ήταν αφημένα λίγα κουτιά, άλλα μικρά κι άλλα μεγαλύτερα. Πάνω στα κουτιά ένας φάκελος με το όνομά της. Αναγνώρισε αμέσως τον γραφικό του χαρακτήρα. Άνοιξε τον φάκελο κι έβγαλε μια μικρή λευκή κάρτα πάνω στην οποία υπήρχε μια μόνο κοφτή φράση: «Τα φοράς και πηγαίνεις στην εξής διεύθυνση». Και φυσικά από κάτω ήταν και πάλι γραμμένα το όνομα μιας οδού και ένας αριθμός. Άνοιξε τα πακέτα ένα ένα και απόμεινε να κοιτάζει αποσβολωμένη το περιεχόμενό τους. Ένα σετ δαντελωτά εσώρουχα, ψηλές κάλτσες και ζαρτιέρες, ένα ζευγάρι ψηλοτάκουνες μπότες και μια δερμάτινη καπαρντίνα. Όλα χρώματος μαύρου. Και υπήρχε και ένα μικρό νεσεσέρ που περιείχε πλήρες σετ μακιγιάζ. Κατάλαβε πως ήταν μάταιο να ζητήσει πίσω τα ρούχα της, ήταν σίγουρη πως δεν ήταν πια εδώ. Κάθισε στην άκρη του κρεβατιού να βάλει λίγο τις σκέψεις της σε τάξη, αλλά αυτό στάθηκε αδύνατον. Σηκώθηκε τότε σαν υπνωτισμένη και με αργές μηχανικές κινήσεις ξεκίνησε να υπακούει στο πρόσταγμα της κάρτας.
Συνεχίζεται…